Αλεξανδρινές Οικογένειες: Χωρέμη-Μπενάκη-Σαλβάγου (εκδ. ΚΕΡΚΥΡΑ – 2004)
Οι Έλληνες του Καΐρου (εκδ. ΚΕΡΚΥΡΑ – 2007)
«Η ιστορική διαδρομή των Ελλήνων της Αιγύπτου»
Η έλξη της ενασχόλησης με την σύγχρονη ιστορία της Αιγύπτου έγκειται στις δυναμικές που απορρόφησε από την ενσωμάτωσή της στο διεθνές οικονομικό σύστημα και της ιδιαίτερης γεωπολιτικής σημασίας της την περίοδο της αποικιοκρατικής επέκτασης στην περιοχή της ανατολικής Μεσογείου και της Μέσης Ανατολής. Ταυτόχρονα, ο ρόλος των ελλήνων παροίκων ως μέρος της ευρύτερης Ελληνικής Διασποράς σε αυτές τις διαδικασίες, εξηγεί το έντονο ερευνητικό ενδιαφέρον της ελληνικής βιβλιογραφίας πάνω στο ζήτημα.
Μέσα από τα βιβλία της Μ. Τομαρά-Σιδέρη, γίνεται μια ενδελεχής αποτίμηση των πεπραγμένων της ελληνικής παροικίας στην Αίγυπτο βασισμένη σε μεθόδους επεξεργασίας ποσοτικών δεδομένων (ιστορική δημογραφία) και ποιοτικών αναλύσεων (κοινωνική ιστορία, ιστορία των νοοτροπιών). Η επιλογή μάλιστα να παρουσιαστούν τα στοιχεία, όχι μόνο ως αφήγηση της παροικιακής ιστορίας, αλλά να αποδοθούν και με την τεχνική της ανασύστασης οικογενειών προσδίδει πέρα από αμεσότερη κατανόηση των κοινωνικών σχέσεων και συνδέσεων της εποχής, αφηγηματική γλαφυρότητα και ζωντάνια.
Στο έργο «Αλεξανδρινές οικογένειες Χωρέμη, Μπενάκη, Σαλβάγου» (βραβείο Ακαδημίας Αθηνών 2006), η επιλογή των υπό μελέτη οικογενειών οριοθετεί και τα χρονικά όρια εστίασης στην ιστορία της αλεξανδρινής παροικίας. Η οικονομική ανάδυση των μελών των οικογενειών αυτών συνδέεται άρρηκτα με το άνοιγμα του αιγυπτιακού εμπορίου στις διεθνείς συναλλαγές (μονοκαλλιέργεια βάμβακος) και την σύνδεση της αναπτυξιακής πολιτικής του Χεδίβη Ισμαήλ (1863-1879) με τη χορήγηση δανείων από τράπεζες της δυτικής Ευρώπης. Την ίδια περίοδο, σημαντική μερίδα των ελληνικών εμπορικών οίκων επιτυγχάνει μέσω στρατηγικών σύμπραξης συμμαχιών με ευρωπαϊκές εμπορικές εταιρείες την επέκταση των δραστηριοτήτων τους (π.χ. Joseph Mellor-Ι. Χωρέμης, Associated Cotton Ginnersof Egypt Ltd. με μετόχους τους οίκους Χωρέμη-Μπενάκη, Ζερβουδάκη, Planta, Bacos, Carver κ.ά.). Οι πολιτειακές μεταβολές στην Αιγυπτιακή επικράτεια που λαμβάνουν χώρα μετά την επιβολή του Διττού Ελέγχου (Dual Control 1876) και της Αγγλικής εισβολής (1882), εντάσσουν την αιγυπτιακή οικονομία και διοίκηση στο πλαίσιο του διεθνούς αποικιοκρατικού συστήματος επεκτείνοντας τις δραστηριότητες του χρηματιστικού κεφαλαίου. Στο σημείο αυτό, η μεταστροφή των δραστηριοτήτων των παραδοσιακά ασχολούμενων με το διαμετακομιστικό εμπόριο ελλήνων αστών στην ίδρυση τραπεζών και επιχειρήσεων σε άλλους κλάδους (κτηματαγορά, βιομηχανία, μεταφορές) και η εισαγωγή των νέων εταιρειών στις οποίες οι Έλληνες επιχειρηματίες διέθεταν μετοχικό κεφάλαιο, στο Χρηματιστήριο Αξιών Αλεξανδρείας, οδήγησε στην κατακόρυφη αύξηση κερδών και συσσώρευσης κεφαλαίου. Το παράδειγμα της “Еgyptian Salt & Soda Co. Ltd.” στην οποία μέτοχοι υπήρξαν μέλη και των τριών οικογενειών που εξετάζονται στο βιβλίο είναι ενδεικτικό: Η τιμή της μετοχής από την ίδρυσή της το 1899 (ιδρυτικό κεφάλαιο £500.000 λίρες) αυξάνεται κατά 5800% σε μία εικοσαετία. Η απόρροια της έκρηξης αυτής στις οικογενειακές νοοτροπίες, την κοινοτική διοίκηση και την ιδεολογία του ευεργετισμού αποτυπώνονται στις σελίδες του βιβλίου.
Απαραίτητη συνέχεια της μελέτης πάνω στον Αιγυπτιώτη Ελληνισμό αποτελεί η έκδοση «Οι Έλληνες του Καΐρου» (2007). Εδώ, η συγγραφέας επιχειρεί μια σφαιρικότερη παρουσίαση των πεπραγμένων της ελληνικής παροικίας της Αιγυπτιακής πρωτεύουσας σε συλλογικό επίπεδο. Η διερεύνηση του κόσμου των επιχειρηματιών και των εμπόρων παρέχει πολύτιμες πληροφορίες σχετικά με τη διαφοροποίηση, τη διαστρωμάτωση και την ιεράρχηση της παροικίας, καθώς και με τις επιπτώσεις που είχαν οι διαφορές αυτές στους κοινοτικούς θεσμούς και στην ευρύτερη κοινωνική λειτουργία. Στο Κάιρο, η οικονομική λειτουργία των Ελλήνων αναπτύχθηκε κυρίως στους τομείς του εμπορίου, της βιομηχανίας, των τραπεζικών-χρηματιστικών εργασιών και της ποτάμιας ναυσιπλοΐας με μεγαλύτερα ποσοστά εγγραφής μεσαίων και μικρών βιοτεχνιών στο ενταύθα Ελληνικό Εμπορικό Επιμελητήριο από το αντίστοιχο της Αλεξάνδρειας. Ιδιαίτερη μνεία γίνεται στην ανάπτυξη της καπνοβιομηχανίας όπου δραστηριοποιήθηκαν σημαντικοί ελληνικοί οίκοι (Τσανακλή, Κυριαζή, Δημητρίνου κ.ά.) και απασχολούνταν περισσότεροι από 5.000 Έλληνες καπνεργάτες, αλλά και στην ανάπτυξη της βιομηχανίας του οινοπνεύματος με ηγετικές φυσιογνωμίες τα μέλη της οικογένειας Κότσικα. Από τα βιογραφικά στοιχεία των ελλήνων επιχειρηματιών σκιαγραφείται και η εικόνα της οικονομικής στρατηγικής που ακολούθησαν στον αιγυπτιακό χώρο της εποχής: εξωστρεφή επιχειρηματικά πλάνα με παράλληλη διατήρηση των παραδοσιακά προνομιακών τομέων παραγωγής, σύμπνοια με την εσωτερική πολιτική πραγματικότητα και υψηλή ανταγωνιστικότητα των προϊόντων και υπηρεσιών που παράγονταν σε επίπεδο διεθνών αγορών.
Στις σελίδες των βιβλίων της Μ. Τομαρά-Σιδέρη που με φροντίδα εξέδωσαν οι Εκδόσεις Κέρκυρα, κείμενο και φωτογραφίες περιγράφουν μια ξεχωριστή πορεία της ελληνικής επιχειρηματικότητας και παροικιακής ζωής στην Αίγυπτο. Την ίδια περίοδο που στη χώρα του Νείλου καταφθάνουν αρχαιολόγοι, εξερευνητές και διεθνείς προσωπικότητες, ιστορίες αποτυπωμένες σε δεκάδες μυθιστορήματα και περιηγητικά κείμενα, ο Αιγυπτιώτης Ελληνισμός καταφέρνει να καταργήσει τα σύνορα του περιορισμένου τοπικού χώρου που χαρακτηρίζουν την Αιγυπτιακή κοινωνία και «ανοίγεται» σε παγκόσμιες σταθερές.